Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

ΤΑ ΚΥΘΗΡΑ ΔΕΝ ΘΑ ΤΑ ΔΟΥΜΕ

Το ταξίδι στα Κύθηρα, φέρνει στο μυαλό πολλούς συνειρμούς, το νησί διεκδικεί την ταύτισή του με την Θεά Αφροδίτη (με ότι ευχάριστες σκέψεις δημιουργεί αυτό). Από την ταινία του Αγγελόπουλου μέχρι και το τραγούδι «τα Κύθηρα ποτέ δεν θα τα δούμε» όλοι υμνούν την μαγική ομορφιά του, ουχί αδίκως…  άγρια ομορφιά, παρθένες παραλίες, ηλιοβασιλέματα, εναλλακτικούς ταξιδιώτες με πνευματικές ανησυχίες…
Το καλοκαίρι λοιπόν ταξίδεψα στα Κύθηρα , για πρώτη φορά, μαζί με τον Ξάδελφο, την  Μάγδα και τον κοινό μας φίλο τον Σάμπι. Με άλλα λόγια το ζευγάρι μαζί με τις συμπεθέρες… Τα παιδία είναι λάτρεις του νησιού και έχουν πάει πολλές φορές.
Μεταξύ των πολλών αρετών του ξαδέλφου συγκαταλέγεται και η κοινωνικότητα, ένα βράδυ λοιπόν κάναμε μια στάση να δούμε τον Φρίξο, ιδιοκτήτη ξενοδοχείου που είχε περάσει το προηγούμενο καλοκαίρι και είχε γίνει πολύ φίλος του.
Η εικόνα του Φρίξου απέχει παρασάγγας από την εικόνα αξιοπρεπούς ιδιοκτήτη ξενοδοχείου, ενώ είναι άτομο της ηλικίας μας, είναι λες και έχει βγει από βιντεοκασέτα της δεκαετίας του 80. Παραδοσιακός τύπος, ανοιχτό πουκάμισο, καδένα και κομπολόι στο χέρι. Έπαθα την πλάκα μου… τις περισσότερες φορές που μίλαγε έκλεινε με νόημα το μάτι στο ξάδελφο, για λόγους, που ακόμα και τώρα, δεν τους έχω καταλάβει.
Η βραδιά πέρασε με τον Φρίξο να διηγείται με γλαφυρότητα ιστορίες με τους πελάτες του ξενοδοχείου, όλες σεξιστικού περιεχομένου…. Ένα ζευγάρι το οποίο δεν έκλεινε τα παράθυρά του, μια που φώναζε, κάτι άλλες με Ιταλούς και Ιταλίδες, μια τραβεστί με τον άντρα της…
«Μάνα μου αυτό δεν είναι ξενοδοχείο… το Μoulin Rouge είναι…»
Εάν όμως τα παραβλέψει κανείς όλα αυτά, ο χώρος του ξενοδοχείου είναι εξαιρετικός, έτσι, λίγο πριν φύγουμε, σε προτροπή δική μου να έρθουμε το Πάσχα, ο Φρίξος απάντα άμεσα «Αμέ Χάρη μου, να έρθετε, θα βάλω  δέκα αρνιά δίπλα στην πισίνα και τα κλαρίνα να παίζουν από το πρωί, έτσι για να γουστάρουμε»!!!

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

ΣΑΒΒΑΤΟ ΒΡΑΔΥ

Στις πολιτισμένες δυτικές χώρες αποτελεί κοινό τόπο, ότι η μεγαλύτερη μερίδα των ανθρώπων προτιμά να διασκεδάζει το Σάββατο βράδυ. Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα, μυθικές διαστάσεις όμως παίρνουν τα Αυγουστιάτικα Σαββατόβραδα στην Ελληνική επαρχία…
Αυτό διαπιστώσαμε μαζί με τον Αριστείδη και τον Ησύχιο,  όταν λίγο μετά τις τέσσερις το απόγευμα, τα πλήθη από την παραλία άρχισαν να αποχωρούν μαζικά, λες και έδωσε κάποιος ένα αόρατο κάλεσμα, σαν να ήταν όλοι συγχρονισμένοι. Ρώτησα τον Ησύχιο γιατί συμβαίνει αυτό, «ε, πάνε οι άντρες να πλύνουν το αυτοκίνητό τους και οι γυναίκες να ετοιμαστούν – είναι Σάββατο Βράδυ».
Αποχωρήσαμε και εμείς από την παραλία, αφού είχαμε μείνει σχεδόν οι τρείς μας. Στάση σε τοπική ταβέρνα, φαγάκι, ξεκούραση και μετά μετάβαση σε μικρή πόλη διαθέτουσα  μεγάλη προκυμαία, πλούσια νυχτερινή ζωή και καλό φαγητό.
Ως αθλητικοί τύποι, περπατήσαμε όλη την προκυμαία, ως άνθρωποι του πνεύματος σταματήσαμε σε κάθε πάγκο με βιβλία, ως ρομαντικοί καθίσαμε στην ακρογιαλιά, ως εκλεπτυσμένοι όλη την ώρα που κάναμε τα παραπάνω, αναζητούσαμε το ιδανικό μπαρ. Σε μια στιγμή κοιτάξαμε την ώρα και διαπιστώσαμε δύο πράγματα, πως είχε πάει 2 και μισή πρωί και πως ή όλη αύτη διαδικασία μας άνοιξε την όρεξη. Καταλήξαμε λοιπόν σε μια πιτσαρία, η οποία προς απογοήτευση των ανθρώπων της, ήταν ανοιχτή.
Αισθανθήκαμε όμως τύψεις, πώς να φύγουμε, χωρίς να μην έχουμε «Διασκεδάσει;»  Σάββατο βράδυ ήταν. Με αυτές τις σκέψεις και με τις προτροπές του άοκνου Ησυχίου, πήγαμε σε κεντρικό night club της περιοχής, στο οποίο ελάμβανε χώρα live event, με γνωστό τροβαδούρο (ούτε η μάνα του δεν τον ήξερε). Αποφύγαμε τον συνωστισμό με το πλήθος καθήμενοι στα εξωτερικά τραπεζάκια.
Πέρασε από μπροστά μας όλη η afan gate του νομού… οι «γαμπροί» με ύφος μπλαζέ, βαρύ, μάγκικο, μαλλί παστωμένο με τζελ ή μπριγιαντίνη, πουκάμισα λευκά, στενά με το κουμπί έτοιμο να αυτοκτονήσει, μυτερά παπούτσια, χρήσιμα για να σκοτώνουν τα ενοχλητικά ζωύφια και ενίοτε ένα πούρο στο στόμα. Οι «νύφες» με ύφος μοιραίας γυναίκας (femme fatale),  μαλλί από κομμωτήριο, φορώντας ότι βρήκαν μπροστά τους, από την παλιά εμπριμέ κουρτίνα της γιαγιάς μέχρι  την περσινή αποκριάτικη λαμέ φορεσιά και φυσικά μπότες, απαραίτητο καλοκαιρινό αξεσουάρ…
Μέσα σε όλη αυτή την πανδαισία πέρασε και ένα ζευγαράκι... αυτός το τοπικό πρώτυπο του άντρα, αδύνατος, ντυμένος στα λευκά με αγέρωχο ύφος (Bostonians) περπατούσε γρήγορα προς την είσοδό, πίσω του ακολουθούσε αγκομαχώντας η κοπέλα του, γεματούλα, ντυμένη Γαλάζιος Δούναβης, της οποία το πρόσωπό πρόδιδε τις σκέψεις της «στάσου που πας… περίμενε… έχω φάει και δύο κεμπάπ»…

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

THE DUCHESS OF TRIPOLIS

Αγαπημένος προορισμός (σχεδόν)  κάθε δεύτερου Σαββατοκύριακου είναι ένα εστιατόριο της Τρίπολης, το οποίο βρίσκεται λίγο έξω από την πόλη, σε ένα υψωματάκι προσφέροντας ωραία θέα στους επισκέπτες. Από διαβολική σύμπτωση, κάθε φορά που το επισκεπτόμαστε, πεινάμε πάρα πολύ. Μας κυριεύει λοιπόν, αυτό το μετακατοχικό  σύνδρομο του «θέλω να τα φάω όλα – ακόμη και το μάγειρα».
Είναι γνωστό πως το μάτι είναι αχόρταγο, έτσι η παραγγελία έχει κάτι από Ρωμαϊκό Όργιο εποχής Καλιγούλα (τα καλύτερα όργια που είδε ποτέ η ανθρωπότητα). Ο μαιτρ κάθε φορά χρησιμοποιεί και δεύτερη σελίδα. Όταν έχουμε τελειώσει με την απαρίθμηση των πρώτων πιάτων, η οποία γίνεται με καταιγιστικό ρυθμό, προχωράμε στα κυρίως αρχίζοντας με τη φράση «ωραία και τώρα τί θα φάμε;», προσθέτοντας περισσότερη αγωνία στο βλέμμα του μαιτρ.
Μόλις τελείωσε το συγκεκριμένο  όργιο, μετά από 2 ώρες, σχεδόν όλοι είχαν καταθέσει τα όπλα, πέρα από τα βογγητά «θα πεθάνω, δεν πάει άλλο κτλ» άρχισαν τα μάτια να βασιλεύουν. Ως άλλοι βόες, χρειαζόμασταν ύπνο για να χωνέψουμε… ακόμα και εγώ, που δεν μπορώ να κοιμηθώ το μεσημέρι, εκείνη τη φορά κοιμήθηκα…
Ξύπνησα πρώτος, νεκρική σιγή στο σπίτι, ο Ησύχιος και η Ευδοξία κοιμόντουσαν ακόμα, έφτιαξα ένα μίνι καφεδάκι, κάνοντας λίγο περισσότερο θόρυβο, μήπως και καταφέρω να τους ξυπνήσω. Τίποτα, σε κάποια φάση χτύπησα λίγο δυνατότερα την πόρτα και είχα το πρώτο αποτέλεσμα. Ξύπνησε ο Ησύχιος, τώρα έμενε μόνο η Ευδοξία.
Άρχισα να μιλάω δυνατά στον Ησύχιο, σκέφτηκα ότι θα ξυπνήσει η άλλη, δεν μπορεί… τίποτα όμως… Άρχισα να ανησυχώ, η ώρα περνούσε και διακυδεύονταν η σαββατιάτικη έξοδος, η μπυρίτσα μας. Τα πράγματα σοβάρεψαν…

Πήρα λοιπόν την απόφαση να την ξυπνήσω. Πήγα όσο πιο ήρεμα μπορούσα και με γλυκιά φωνή της μίλησα, χαϊδεύοντας παράλληλα το κεφάλι της. Εκείνη μουρμούρισε και με ένα απαξιωτικό νεύμα, τύπου φύγε – φύγε, με έδιωξε και γύρισε πλευρό.

Κάθισα απογοητευμένος στο γραφείο της και σκέφτηκα… The Duchessof Tripolis!!!

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ

Η περίοδος των εκπτώσεων στην Ιταλία, δεν μπορεί να αφήσει κανένα ασυγκίνητο.  Ακόμα και ο πιο ακροαριστερός αντικομφορμιστής, ο οποίος ντύνεται με ταγάρια και κάνει μπάνιο κάθε 10 μέρες από άποψη, θα έβρισκε μια καινούργια χλαίνη σε πολύ ενδιαφέρουσα τιμή. Ακόμα και το gothic φρικιό θα έβρισκε σε προσφορά δερμάτινα  με καρφιά, αλυσίδες και διάφορα χαριτωμένα αξεσουάρ... για όλους έχει κάτι.
Έτσι και εμείς βγήκαμε, όλοι μαζί παρέα, με σκοπό να επιδοθούμε με πάθος σε αυτό το καταναλωτικό όργιο, επισκεφτήκαμε ως οφείλαμε όλα καταστήματα. Οι πιο οργανωμένοι είχαν και σημειωματάριο για να συγκρίνουν τις τιμές! Ακραίο – δεν λέω – αλλά είναι αποτελεσματικό. Το τέλος της εξόρμησης μας βρήκε σε ένα café, για ξεκούραση και κουβεντούλα.
Φυσικά αντικείμενο της συζήτησης ήταν οι αγορές του καθενός και κυρίως η τιμή προϊόντων. Ενώ τα αίματα είχαν ανάψει, ο Μενούσης, ο οποίος περίμενε να μιλήσει τελευταίος, βγάζει από την σακούλα του, με θεατρικό τρόπο -  λες και θα έβγαζε το Excalibur -  μια απλή άσπρη μπλούζα Benetton την κοιτάει εκστασιασμένος και αρχίζει το παραλήρημα… «Κοιτάξτε την, δείτε την ποιότητα, το μοντέρνο σχέδιο, την εξαιρετική πλέξη – πιάστε την  λίγο... και πόσο την πήρα, πείτε μου μια τιμή – όχι πείτε μου», περίμενε ότι θα μέναμε όλοι άφωνοι. Οι αντιδράσεις τις παρέας ήταν σχετικά χλιαρές πλην μιας…
Στην άλλη άκρη κάθονταν ο Isnogood, τυπικό δείγμα ανθρώπου βορείων προαστίων – με αίσθηση του χιούμορ όμως, ο οποίος παραμόνευε σιωπηλά και υπομονετικά σαν αράχνη, όταν τελείωσε ο Μενούσης το λογύδριό του, γύρισε και του είπε με βαριά φωνή «τι μπλούζα είναι αυτή; Benetton; Έχω πάρει και εγώ μια για να καθαρίζω το παρμπρίζ της Μπε Μπας μου»…

ΘΕ'Ι'ΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Διατείνομαι ότι η εξωτερική ομορφιά είναι πιο ισχυρή από την ευφυΐα, καθώς η πρώτη είναι αυταπόδεικτη ενώ η δεύτερη πάντα αποδείξιμη. Όλοι μας έχουμε γίνει μάρτυρες ανθρώπων που μπαίνουν σε ένα μέρος και το γεμίζουν, τραβώντας πάνω τους όλα τα βλέμματα. Ζητήματα γεννώνται όταν οι άνθρωποι αυτοί ανοίξουν το στόμα τους… αλλά δεν είναι του παρόντος.
Ήμουν μαζί με τον σύντροφο εν όπλοις Φρίξο, δίνοντας  για ακόμη μια φορά μαζί εξετάσεις. Αυτή τη φορά προφορικά, στους «τομείς» της νομικής, οι οποίοι στεγάζονται στην οδό Ιπποκράτους, σε ένα κτίριο του ‘50 με κάτι μπλε πλακάκια στην πρόσοψή του, θυμίζοντας κάτι από Ισλαμαμπάντ ή μπλε τζαμί.
Το μάθημα, όχι ιδιαίτερα δύσκολο – αλλά ο καθηγητής ιδιαίτερος… είχαμε μαζευτεί περίπου 20 άτομα, χωριστήκαμε σε γκρουπ των 5 και περιμέναμε τον καθηγητή  να εμφανιστεί, αγωνιώντας και προσπαθώντας να διαβάσουμε ότι προλάβουμε. Πέρασε λίγο η ώρα και ήρθε ο θείος ιδρωμένος ζητώντας μας ευγενικά συγνώμη.
Περάσαμε οι πέντε πρώτοι, 4 φοιτητές και μια φοιτήτρια – ξωτικό, πραγματικά πολύ όμορφη…  σαν άγαλμα. Μετά από τα τυπικά που λένε σε αυτές τις περιπτώσεις (από πού είσαι; – χρωστάς πολλά; κτλ), άρχισε η εξέταση ή καλύτερα η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, οι ερωτήσεις του θείου ήταν από άλλο πλανήτη, ενώ άρχισε εύκολα με ορισμούς κατέληξε στην πιο απίστευτη εξαίρεση, σε απίθανες νομολογίες επαρχιακών δικαστηρίων – μέχρι και νομολογία του Ανώτατου Γερμανικού Ακυρωτικού Δικαστηρίου ρώτησε!!!
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες όλων μας, πήγαμε όλοι άκλαυτοι, ο θείος δεν έμεινε ικανοποιημένος, έμεινε για μια στιγμή σιωπηλός και ύστερα είπε «λοιπόν κύριοι κοπήκατε όλοι, να διαβάζετε περισσότερο, η δεσποινίς 6!!!», ο ανδρικός πληθυσμός εξεγέρθηκε, ο Φρίξος τον ρώτησε ευγενικά μεν αλλά έντονα «μα γιατί η συνάδελφος 6 κ. Καθηγητά, αφού τα ίδια είπαμε όλοι;».
Εκείνος τον κοίταξε επίμονα και του απάντησε με ένα σαρδόνιο χαμόγελο «δεν την αδίκησε ο Θεός, εγώ θα την αδικήσω;»

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

ΛΙΜΝΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

Η λίμνη της Βουλιαγμένης είναι ένα πολύ ιδιαίτερο μέρος, λόγω της τοποθεσίας της (στην άκρη του αστικού ιστού) καθώς και των επισκεπτών της (οι τελευταίοι αστοί της πόλης)  τουλάχιστον έτσι πιστεύαμε.  Τα ημίγλυκα νερά της έχουν θεραπευτικές ιδιότητες, είναι θερμά και σε αυτά ζει ένα, μοναδικό στο κόσμο, μαύρο ψαράκι. Έχει υπόγεια σπήλαια που δεν έχουν χαρτογραφηθεί ακόμα, με μερικούς δύτες που δεν βγήκαν ποτέ ξανά στην επιφάνειά της.
Με τα παραπάνω δεδομένα, ξεκινήσαμε με τον Αριστείδη την εκδρομή μας. Η πρώτη εντύπωση ήταν πολύ καλή, ο περιβάλλον χώρος είναι πολύ περιποιημένος, δέντρα, λουλούδια, θάμνοι, γκαζόν, πλακόστρωτο, μαρμάρινα σκαλοπάτια, ξύλινες ξαπλώστρες, ξύλινες καμπίνες αλλαγής, γκαρσόνια με μαύρο παντελόνι και λευκό πουκάμισο.
«Εδώ είμαστε» σκεφτήκαμε, ιδού το αστικό περιβάλλον που αναζητάμε, μακριά από το αγριεμένο πλήθος. Για μια στιγμή νομίζαμε πως θα βλέπαμε τον Τάκη Χόρν και την Ελένη Βλάχου σε ένα τραπεζάκι να πίνουν καφέ και πως μέσα από τα νερά θα έβγαιναν ο Κωστάκης Τσάτσος και ο Παναγιώτης Κανελόπουλος (όλοι πολύ φίλοι μας – κοινοί – από παλιά).
Αλλά φευ…
Βρήκαμε ένα τραπεζάκι, αφήσαμε τα πράγματα και πηγαίνοντας προς το νερό… πέσαμε σε μια ομάδα γριών, ξεχασμένων εδώ και χρόνια από το Θεό, όταν επιτέλους καταφέραμε να μπούμε στο νερό, επιχειρώντας περίπλοκους και επικίνδυνους ελιγμούς για να περάσουμε τις γριές, παρατηρήσαμε πως όπου και να κοιτάζαμε βλέπαμε τεράστια ρολόγια, «μισή ώρα μου έχει πει ο γιατρός μου, είναι καλά…» σχολίασε ο Αριστείδης με φωνή γριάς, το γέλιο μου έκανε αντίλαλο και πλήγωσε την νεκρική σιωπή της λίμνης, «ησυχία ο Ηγούμενος κοιμάται… θα τον ταράξετε…» αντέταξε ο Αριστείδης.
Επιστροφή στο τραπεζάκι μας, μέχρι να έρθει ο μαιτρ, ο Αριστείδης και εγώ ανοίξαμε τις εφημερίδες και τα βιβλία, αλλά δεν μπορέσαμε να διαβάσουμε... δίπλα μας κάθονταν δύο κύριες, χήρες από χρόνια, που μιλούσαν για μασάζ «πολύ καλός σου λέω… και αυστηρά επαγγελματίας», απέναντί μας κάθονταν ένας κύριος, μάλλον πρώην διευθυντής Τράπεζας πριν τους βαλκανικούς, ο οποίος είχε τοποθετήσει το μπουκάλι της μπύρας του σε σαμπανιέρα και κατασπάραζε μια ποικιλία αλλαντικών για τέσσερα άτομα. Για όνομα του Θεού… Έξω οι Βλάχοι από τη Λίμνη!!!
Τέλος ήρθε ο μαιτρ,  γυρίζω και του λέω «θα θέλαμε δύο φρέντους μέτριους» ακόμα δεν έχω καταλήξει πως το ξεστόμισα αυτό, ήταν όμως η χαριστική βολή, το όνειρο της αστικής εκδρομής πνίγηκε στα θολά νερά της λίμνης…

Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΥΡΑΜΙΔΑ ΤΟΥ ΜΥΚΕΡΙΝΟΥ


Κάθε επισκέπτης που πηγαίνει στην Αίγυπτο και σέβεται τον εαυτό του, πρέπει να δει τις Πυραμίδες, έτσι και εγώ βρέθηκα σε αυτές πριν από δύο χρόνια. Αγνόησα τις συμβουλές και τις οδηγίες του συνοδού μας και απομακρύνθηκα από το γκρουπ (πάντα το κάνω αυτό – αλλά είμαι βέβαιος πως κάποια μέρα θα φάω το κεφάλι μου). Βρέθηκα έτσι πίσω  από την μεγάλη πυραμίδα του Χέοπα και θαύμαζα την μικρότερη του Μυκερίνου. Σε αυτό το σημείο πρέπει να ομολογήσω πως πιο εντυπωσιακό είναι το οροπέδιο της Γκίζας, ως φυσική ομορφιά, παρά οι ίδιες οι πυραμίδες.
Ενώ περπατούσα, ολοένα και απομακρυνόμουν από την τουριστική πλευρά, κάποια στιγμή  καταλαβαίνω ότι δύο ύποπτες φάτσες με περιεργάζονται, δεν έδωσα σημασία και προχώρησα – κάποια στιγμή ο ένας με πλεισίασε και  μου ζήτησε τσιγάρο, σε μια γλώσσα που θύμιζε αγγλικά με λίγα γαλλικά και με αρκετά αραβικά. Σκέφτηκα, τι βλάκας που ήμουν και πως άδικα ανησύχησα – οι άνθρωποι τσιγάρο ήθελαν… Ξαφνικά, ο άλλος ήρθε από πίσω μου και επεχείρησε να αφαιρέσει την φωτογραφική μου μηχανή.  Φοβήθηκα πάρα πολύ – αλλά του αντιστάθηκα, φωνάζοντας βοήθεια, σε όλες τις γλώσσες που γνωρίζω.
Από το πουθενά εμφανίζεται μια κοπέλα, η οποία φορούσε μια ροζ μαντίλα, μαζί με άλλους τρείς και σε άπταιστα αγγλικά ρώτησε εάν υπάρχει κάποιο πρόβλημα, πριν προλάβω να απαντήσω, οι δύο τύποι είχαν αρχίσει να τρέχουν. Ευχαριστώντας τους από μηχανείς θεούς, γνωρίστηκα μαζί τους, ήταν μια παρέα φοιτητών του Πανεπιστημίου του Καίρου, ένα νιόπαντρο ζευγάρι και δύο φίλοι τους.
Το ήδη θερμό κλίμα έγινε θερμότερο όταν τους είπα ότι ήμουν έλληνας με καταγωγή από την Αλεξάνδρεια. Είναι πράγματι απίστευτο πόσο καλά υποδέχονται τους έλληνες στις αραβικές χώρες. Αλλά δεν μου έκανε αυτό εντύπωση.
Πραγματική εντύπωση μου έκαναν τα ίδια τα πρόσωπα, η μόρφωσή τους και η ευγένεια τους. Δεν είχαν καμία σχέση με το μέσο Αιγύπτιο που βλέπει ένας τουρίστας, ο οποίος είναι δουλικός περιμένοντας κάποιο φιλοδώρημα. Αυτοί ήταν περήφανοι και αξιοπρεπείς. Με συνόδευσαν μέχρι το λεωφορείο οπού και χαιρετηθήκαμε.
Λυπάμαι που δεν κράτησα επαφή μαζί τους, αλλά είμαι βέβαιος πως αυτά τα παιδιά θα ήταν ανάμεσα στους διαδηλωτές στην πλατεία Ταχρίρ…


Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

ΜΗΝ ΜΟΥ ΜΙΛΑΣ ΕΜΕΝΑ ΕΤΣΙ

«θα σε στείλω πακέτο στη μάνα σου, μάζεψε τα πράγματά σου μωρή! Θα χάσουμε το πλοίο! Που σε βρήκα εσένα… την τύχη μου – εσύ και τα καλλυντικά σου! – νούμερο!!! που ήθελες και κραγιόνια στο camping – άντε αργείς θα χάσουμε το πλοίο» διανθισμένα με άλλα γαλλικά, φώναζε ένας τύπος στην κοπέλα του, εκείνη του απαντούσε μονότονα με πολύ ψιλή φωνή «μη μου μιλάς εμένα έτσι» ανταποδίδοντας τα γαλλικά!
Μου αρέσουν πάρα πολύ τα ζευγάρια που επικοινωνούν και εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους, με όποιο τρόπο θέλουν. Είναι πραγματικά απελευθερωτική αυτή η αίσθηση, να έχεις ένα άνθρωπο που να μπορείς να μοιράζεσαι τα πάντα!
Το  πρόβλημα αρχίζει, όταν αυτό γίνεται σε ένα camping και μάλιστα στις 9.00 το πρωί. Τότε, το συμπαθητικό ζευγάρι, θα πρέπει να λάβει υπόψη του, ότι ο δίπλα μπορεί να μην θέλει να γίνει αυτήκοος μάρτυρας της, συγκινητικής κατά τα άλλα, επικοινωνίας του ή ότι μπορεί να έχει περάσει την νύχτα του στην παραλία πίνοντας μπύρες και τραγουδώντας δίπλα στην φωτιά.
Έτσι λοιπόν, το εν λόγω ζευγάρι ξύπνησε εμένα και τον ξάδελφό μου (με τον οποίο μοιραζόμασταν την διπλανή σκηνή), άνοιξα τα μάτια μου, μην πιστεύοντας αυτά που άκουγα… λέω δεν μπορεί θα τα μαζέψουν και θα φύγουν, μην σηκωθείς – θα σου φύγει ο ύπνος. Πράγματι μετά από κανένα τέταρτο, έφυγαν σπινάροντας (πολύ κύριος ο τύπος – είχε την αμφιβολία μήπως και δεν ξύπνησε κανένας και είπε να σιγουρευτεί).
Εκεί που η γειτονία μας έχει ηρεμίσει και ο Μορφέας ήταν έτοιμος να με ξανά αγκαλιάσει, ακούω τον ξάδελφο να αερίζεται… Τρελάθηκα!!! Μαύρισε ο κόσμος!!!
Άρχισα να φωνάζω «πας καλά? Θα πεθάνουμε!!! Είμαστε σε σκηνή!!!» διανθίζοντας με τα απαραίτητα γαλλικά…
Εκείνος μου απάντησε μονολεκτικά και τσιριχτά «μην μου μιλάς εμένα έτσι!!!»

Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011

ΔΥΚΟΛΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΓΙΑ ΠΡΙΓΚΙΠΕΣ

Δεν θα κατέτασσα τον εαυτό μου στους ρομαντικούς, αλλά υπάρχουν μερικές στιγμές που θέλει κανείς να περιποιηθεί τον άλλο, να του δείξει με πράξεις ότι τον σκέφτεται ή να απλά να κάνει ότι κάνει ότι κάνει όλος  ο κόσμος. Ορμώμενος από αυτές τις σκέψεις, αποφεύγοντας τις υπερβολές (διονυσιακές καταστάσεις ή εκκεντρικά πάρτι), κάλεσα την Πουλχερία για φαγητό σπίτι μου.
Είχα φροντίσει από νωρίς, να είναι όλα στην εντέλεια, το λευκό τραπεζομάντιλο, σωστά τοποθετημένα τα σερβίτσια σεβόμενος πάντα το Art de la table (να είσαι καλά Ζαμπούνη που μας άνοιξες τα μάτια), το κόκκινο κρασί, τη σαλάτα, τα antipasti
Η Πουλχερία ήρθε στην ώρα της, ευθύς αμέσως μου ανακοίνωσε ότι πεινάει, θαυμάσια σκέφτηκα εγώ, «βράζω τα μακαρόνια και είμαστε έτοιμοι» της είπα. Είχε λοιπόν την καλοσύνη να έρθει στην κουζίνα και να μιλάμε όση ώρα τα μακαρόνια έβραζαν. Σε κάποια φάση έβρασαν τα μακαρόνια και πήγα να τα σερβίρω σε μια πιατέλα…
Ξαφνικά την ακούω να λέει «Μην μου βάζεις άλλα – θα σκάσω!!!»
Με έπιασε πανικός, ήδη είχα βάλει σχεδόν όλη την κατσαρόλα… και τώρα τι να της πω; Με την διακριτικότητα που με διακατέχει, της είπα ήρεμα και κάπως σίγα «Αγάπη μου, αυτή είναι η πιατέλα – δεν είναι το πιάτο σου»…
Δύσκολοι καιροί για Πρίγκιπες…

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

ΜΠΡΟΣΤΑ ΠΗΓΑΙΝΕΙ Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΚΑΙ ΠΙΣΩ ΤΟΥ ΟΙ ΣΚΥΛΟΙ

Ήταν ακόμα μια κλασσική εκδρομή στη Βόχα, είχαν προηγηθεί τα καθιερωμένα, καφεδάκι – μπανάκι - φαγάκι – ξανά μπανάκι επικοινωνία – συναίσθημα, σερβιτόρες (ιθαγενείς με ύψος πάνω από 1.80 και κούτελο μεγαλύτερο από 0,50cm) και βοηθοί σερβιτόρων - νεροκουβαλητές (ιθαγενείς με ύψος κάτω του 1.60 και κανονικό κούτελο) πηγαινοέρχονταν μονότονα...

Πλην όμως, λόγω του τέλους του καλοκαιριού; λόγω ότι ο αέρας δεν είχε σταματήσει να φυσάει καθόλου; λόγω της συννεφιάς; λόγω ότι αυτή τη φορά τα νερά του Βοχαϊκού ήταν πιο θολά από ποτέ; λόγω ότι απολαμβάναμε τη θάλασσα με τους αναρίθμητους φίλους μας (τα φύκια) οι οποίοι είχαν φέρει και αυτοί τους δικούς τους φίλους (σακούλες, ξυλαράκια κ.α); η ψυχολογία της παρέας είχε πιάσει πάτο, δεν μίλαγε κανένας, όλοι σκεπτικοί, βλέμματα χαμένα, άδειες σκέψεις, μάτια λιμνοθάλασσες… Χάλια!

Γυρίζω στον Αριστείδη (τα ονόματα δεν είναι πραγματικά αλλά δεν έχει καμία σημασία) και του λέω φωναχτά «σα να έχει χέσει ο Θέος πάνω μας», εκείνος αφήνει αργά την Εστία – που αμφιβάλλω εάν εκείνη την ώρα διάβαζε – και χαμογελάει. Ξαφνικά η Ευδοξία σηκώνεται πάνω και σχεδόν φωνάζοντας δίνει το σύνθημα «όλοι στη θάλασσα», το ύφος και ο τόνος της δεν επέτρεπαν εναντιώσεις, μόνο ο Ησύχιος την γλύτωσε.

Απρόθυμα ακολουθήσαμε, φτάνοντας στο ξύλινο διάδρομο που οδηγεί στη θάλασσα, μου ήρθε το γνωστό τραγούδι «Εδώ δεν έχει σύνορα, δεν έχει καλοσύνη, μπροστά πηγαίνει ο αρχηγός και πίσω του οι σκύλοι» άρχισα λοιπόν να το τραγουδάω δυνατά, αψηφώντας τα βλέμματα των ντόπιων ιθαγενών, αρχίσαμε ήδη να γελάμε, αντικρίζοντας τα κύματα και τους φίλους, που συγκινητικά μας περίμεναν, φωνάζοντας «πάρε μας να τελειώνουμε», πέσαμε στη θάλασσα… περνώντας πάνω από μια ώρα μέσα στο νερό.

Η ψυχολογίας μας είχε αντιστραφεί τελείως…

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ...

Από τότε που έχω αναμνήσεις, όποτε είχαμε «κόσμο» σπίτι μας  χαιρόμουν πάρα πολύ, περνώντας όμως η ώρα, οι γονείς μου με έστελναν για ύπνο. Εγώ δυσανασχετούσα πάρα πολύ, ήθελα να μείνω και άλλο μαζί με τους «μεγάλους» να ακούσω τι λένε… έτσι προσπαθούσα προφασιζόμενος χίλιους λόγους να κερδίσω λίγο παραπάνω χρόνο. Όταν τα πράγματα στένευαν πολύ, έκανα ότι πήγαινα στο δωμάτιό μου και  επέστρεφα μυστικά κρυμμένος πίσω από πόρτες και τοίχους, νιώθοντας μεγάλη χαρά που μπορώ και πάλι να συμμετάσχω, έστω και σαν κρυφός ακροατής.
Όταν μεγαλώνοντας, άρχισα και εγώ να γίνομαι «μεγάλος» και να έχω και εγώ δικούς μου φίλους και να λέμε και εμείς τις δικές μας ιστορίες, εμπειρίες, συναισθήματα, προβληματισμούς, αμπελοφιλοσοφίες και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Ένιωθα πάλι την ίδια χαρά, την χαρά της συμμετοχής και της επικοινωνίας.
 Στάθηκα πολύ τυχερός στη ζωή μου, ήρθα σε επαφή και γνώρισα καλά πολλούς ανθρώπους, οι περισσότεροι από αυτούς ήταν έξυπνοι, άλλοι καλοί , άλλοι πολύ ιδιαίτεροι, άλλοι πολύ ισχυροί και πραγματικά μεγάλοι, άλλοι μικροί, άλλοι αδύναμοι, άλλοι κάπως χαζοί, μα όλοι είχαν κάτι να προσφέρουν.
Ο συγχρωτισμός μαζί τους, καθόρισε ένα μεγάλο κομμάτι του χαρακτήρα μου, γιατί ποτέ δεν μπορούμε να αυτοπροσδιοριστούμε εάν δεν ετερόπροσδιοριστούμε, πιστεύω μέσα μου βαθιά πως η πιο εμπλουτιστική εμπειρία στη ζωή είναι αυτός ο συγχρωτισμός.
Τις ιστορίες μου μαζί με αυτούς τους ανθρώπους θα σας διηγηθώ…